του Πάσχου Mανδραβέλη
Tα καλά νέα για την κυβέρνηση είναι ότι νίκησε στη διαμάχη με τους εκπαιδευτικούς. Το κακό είναι ότι δεν της το είπε κανείς. Ετσι, ενώ οι δάσκαλοι ψάχνουν για πρόσχημα «τριών δόσεων» για να εξομαλυνθεί η κατάσταση στα σχολεία, η κυβέρνηση επιμένει σε μια στείρα αντιπαράθεση που δεν έχει ούτε δημοσιονομικό ούτε επικοινωνιακό νόημα.
Το πρώτο είναι προφανές: Οταν ξοδεύονται 800.000 ευρώ την ημέρα για να συντηρηθεί η «Ολυμπιακή», η αποπληρωμή ενός επιδόματος σε τρεις αντί έξι δόσεων δεν εξηγείται με όρους δημοσιονομικής στενότητας. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, η επικοινωνιακή νίκη που επέτυχε με τη σθεναρή της στάση απέναντι στα μαξιμαλιστικά αιτήματα της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας μπορεί να γίνει μπούμερανγκ. Η κυβέρνηση δεν εμφανίζεται πλέον σταθερή στις απόψεις της. Δείχνει απούσα από ένα πρόβλημα που ταλανίζει χιλιάδες οικογένειες. Δεν δίνει εικόνα αμετακίνητης. Φαντάζει ακίνητη.
Το πρόβλημα όμως του τόπου δεν είναι επικοινωνιακό. Είναι ουσίας. Η αναταραχή στον χώρο της Παιδείας δημιουργεί προσχήματα και εστίες νέων αρρυθμιών, για τις οποίες κανείς δεν γνωρίζει πού θα καταλήξουν. Χειρότερα μπορούν να ανάψουν μεγάλες φωτιές. Αυτή τη στιγμή είναι υπό κατάληψη περί τα επτακόσια σχολεία σε ολόκληρη την Ελλάδα. Χωρίς, όμως, κεντρικό αίτημα. Δεκάδες επιμέρους δικαιολογημένες δυσαρέσκειες του μαθητόκοσμου εκτονώνονται με την επαναστατική γυμναστική που προωθεί ένα μέρος της Αριστεράς. Κάποιοι διαμαρτύρονται για τη θέρμανση, άλλοι για τη βάση του «δέκα». Αλλοι για το «5% στην παιδεία» και άλλοι για το «άρθρο 16».
Στο προηγούμενο κύμα καταλήψεων υπήρχε ένα συγκεκριμένο αίτημα: η απόσυρση της μεταρρύθμισης που καλώς ή κακώς επιχείρησε ο κ. Αρσένης. Η τότε κυβέρνηση είχε κάτι στο οποίο, σε τελική ανάλυση, μπορούσε να υποχωρήσει. Οπως κι έκανε για να εκτονώσει την κατάσταση.
Τώρα έχουμε «καταλήψεις της διάχυτης οργής». Κι αυτό είναι επικίνδυνο, διότι η κυβέρνηση θα έχει πρόβλημα ακόμη αν και όταν θα έχει αποφασίσει –έστω υποχωρώντας– να εκτονώσει το κλίμα. Κατ’ αρχήν δεν θα έχει κάποιον συνομιλητή. Με τα συντονιστικά των καταλήψεων θα συζητήσει η υπουργός Παιδείας; Αφετέρου η κυβέρνηση δεν θα ξέρει σε ποιο αίτημα, από τα δεκάδες που διατυπώνονται, να ανταποκριθεί. Εάν η κατάσταση βγει εκτός ελέγχου, υπάρχει κίνδυνος να παραμείνει επί μακρόν έτσι.
Αυτήν τη στιγμή μοιάζει ότι η κυβέρνηση έπεσε στην παγίδα της «σκληρής γραμμής» που υιοθέτησε. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι επιδιώκει να επαναλάβει τη νίκη της Μάργκαρετ Θάτσερ εναντίον των ανθρακωρύχων και του Σκάργκιλ. Μπορεί να είναι κι έτσι. Μόνο που οι διακινητές τέτοιων τακτικών δεν υπολόγισαν καλά τις αναλογίες. Κυρίως δεν σκέφτηκαν ότι η ανθρακώρυξη αφορούσε το παρελθόν της Βρετανίας, ενώ η παιδεία αφορά το μέλλον της χώρας. Επίσης, οι πληγέντες από τη σύγκρουση ήταν οι (έστω πολλοί) ανθρακωρύχοι, ενώ τώρα πλήττονται και χιλιάδες οικογένειες. Οι τελευταίες δεν θα καταλογίσουν κανένα πολιτικό κόστος στους δασκάλους. Θα το χρεώσουν τελικά στην κυβέρνηση διότι «δεν έκανε κάτι».
Η κυβέρνηση μπορεί να ολοκληρώσει τη νίκη της, αναλαμβάνοντας μια γενναιόψυχη πολιτική πρωτοβουλία. Κέρδισε απέναντι στους μαξιμαλισμούς των συνδικαλιστών εκπαιδευτικών και γι’ αυτό δεν αμφιβάλλει κανείς. Ας προχωρήσει τώρα στην παραχώρηση του επιδόματος σε τρεις δόσεις. Κανείς δεν θα το θεωρήσει υποχώρηση. Θα εμφανιστεί ως γενναία πράξη για να ανοίξουν τα σχολεία. Κυρίως θα αποφευχθούν δευτερογενή μέτωπα, τα οποία ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν.
Εξάλλου εκκρεμεί και μια γενναία μεταρρύθμιση στην Ανώτατη Παιδεία, η οποία στο κλίμα των ημερών μοιάζει να έχει ξεχαστεί.
(Καθημερινή, 21/10/06)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου